Το ραντεβού με το Δημόσιο

02/12/2021

George Tooker, Government Bureau, 1956

Η πανδημία της COVID-19 έγινε αναμφίβολα το Έτος Μηδέν για τον πολιτισμό μας – όπως τουλάχιστον τον ξέραμε. Το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης Μητσοτάκη γνώρισε και γνωρίζει πιένες, καθώς το ένα νομοθέτημα ξεφυτρώνει πλάι στο άλλο με υπερχειλίζουσα τη διάθεση για δομικές αλλαγές. Άσχετες διατάξεις σε άσχετα νομοθετήματα δοκιμάζουν εξακολουθητικά την ανάγκη –και την υποχρέωση– της θεματικής κωδικοποίησης, συνήθως σε ένα νομοθέτημα με κάποιο ειδικό τίτλο, πάντα όμως με την προσθήκη «… και άλλες διατάξεις». Και επειδή χρόνια τώρα υπηρετώ τη μαχόμενη γενική δικηγορία, αυτή που δεν έχει ούτε λύπηση ούτε ανθρωπιά για τον δικηγόρο (τον προλετάριο των επιστημών), θα ονομάσω χωρίς κανένα δισταγμό αυτήν την πρακτική έγκλημα. Έγκλημα με υπερχειλή μάλιστα δόλο, όπως συνηθίζουμε να λέμε στη θεωρία του ποινικού δικαίου.


Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση εξαπλώνεται σαν τοξικό μανιτάρι και οι ευκολίες της μας κρύβουν ενίοτε το καθαρό θεσμικό πλαίσιο που θα έπρεπε να υπηρετεί η δημοκρατία. Δεν ανήκω στους λάτρεις του παρελθόντος, ειδικά όταν το παρελθόν εξυπηρέτησης του κοινού στις δημόσιες υπηρεσίες θυμίζει το ιλαροτραγικό μποτιλιάρισμα στη γαλλική εξοχή του Jean-Luc Godard, όταν στην ταινία του Weekend παρελαύνουν όλα τα τέρατα μιας κοινωνίας που ασφυκτιά μέσα κι έξω απ’ αυτά που κατέχει. Έχω ζήσει το άγριο σπορ της κόντρας μιας ουράς ανθρώπων, που εξαντλημένοι τελικά απ’ την αναμονή αγαλλιούν στη θέα του μηχανήματος παραγωγής αριθμών προτεραιότητας. Νιώθουμε ότι αυτό μας εκπολιτίζει ή ότι τουλάχιστον περιορίζει την ένταση της αντιπαράθεσης. Αλλά ούτε κι αυτό σε γλυτώνει απ’ την παράλογη και κακεντρεχή αναμονή στις δημόσιες υπηρεσίες.


Υπηρεσίες που λειτουργούν τώρα με ραντεβού. Τα οποία τα κλείνεις εάν απαντήσει το τηλέφωνο που είναι συνήθως εκτός λειτουργίας. Ή όταν το αιτηθείς ηλεκτρονικά (κάτι που έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας). Και καλά ως εδώ. Αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που οι υπηρεσίες (συνήθως οι φορολογικές και κτηματολογικές) σε διαβεβαιώνουν τηλεφωνικά ότι μπορείς να προσέλθεις χωρίς ραντεβού για μια απλή ενέργεια (π.χ. κατάθεση φακέλου) ή συναλλαγή που διαρκεί μερικά μόλις λεπτά. Και εσύ το κάνεις. Και όταν φτάσεις στον προορισμό σου, και μετά τον covid-control του σεκιουριτά, σου ζητούν να αποδείξεις με ποιο δικαίωμα βρίσκεσαι εκεί. Σε κάποιες περιπτώσεις κατορθώνεις να εισχωρήσεις στα άδυτα της υπηρεσίας. Όπου δεν συναντάς κανέναν απολύτως πολίτη σε αναμονή, γιατί αν αυτό συνέβαινε θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένη η άρνηση της εξυπηρέτησής σου χωρίς ραντεβού. Υφίστασαι τότε νέο κύμα δυσαρέσκειας από τον υπάλληλο και νέο εξευτελισμό για την ανυπακοή σου.


Γιατί αυτό είναι τελικά το ζήτημα της νέας αυτής γραφειοκρατίας. Να υπακούς ταπεινά σε κάθε παραλογισμό και σε κάθε αγένεια. Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση έχει μεγάλες αναλογίες με τις πρότυπες δίκες. Εκεί θυσιάζεται ο φυσικός δικαστής για την επίτευξη μιας βολικής ομοιομορφίας. Στις δημόσιες υπηρεσίες πάλι θριαμβεύει η ομοιόμορφη άρνηση, καθώς αντηχεί η λέξη «ραντεβουυύ» στα άδεια γραφεία.


Άκουσα αυτή την αντήχηση πρόσφατα, στην Δ.Ο.Υ. της Ελευσίνας, στο Κτηματολογικό Γραφείου του Χαλανδρίου, των Αχαρνών και αλλού. Και το τονίζω. Επρόκειτο για αντήχηση σε άδεια γραφεία, που κάτω από το πρόσχημα των κορονοραντεβού έχουν μετατραπεί στο κλαμπ της πιο κυνικής άρνησης.