J. J. Grandville, Charivari qui pend à l'oreille de Messieurs Guiz., Dup., Thier., et tutti quanti ; Et il entendit comme un bruit de harpes mélodieuses qui chantaient ses louanges. (cantiques d'Ezechiel), Γελοιογραφία στην La Caricature, αρ. 44, 01/09/1831
Να είναι πενήντα; Εκατό; Χίλια; Παραπάνω; Ποιος ξέρει; Χάνεις το μέτρημα, δεν προλαβαίνεις να μετράς πτώματα, έστω και αν πάρεις το μολυβάκι και τραβάς γραμμούλες όπως ο φαντάρος τις μέρες πριν απ’ την απόλυση...
Και δεν μετράω φιστίκια ή στραγάλια· νεκρούς ανθρώπους μετράω! Αίμα ανθρώπινο, από σφαίρες, ξύλο, στραγγαλισμούς, ανατινάξεις, κατά μόνας ή με μαζικές δολοφονίες, για να πατάξουν τον εχθρό ή αυτόν με την αντίθετη άποψη, για την ισχύ, για το χρήμα, για να διαλύσουν τη συνωμοσία ή για τα μάτια μιας άλλης ... Ωραίας Ελένης. Όλα αυτά συμβαίνουν τώρα, δίπλα μας ή και λίγο πιο μακριά, στον σύγχρονο κόσμο μας. Αυτή η βία, αδυσώπητη και σκληρή, η δίχως έλεος, δεν σταματάει στα πραγματικά γεγονότα, αλλά περνάει, αυτονόητα ίσως, και στην τέχνη, όπου συχνά παρακολουθούμε «εκατόμβες» θυμάτων μέσα από τους πρωταγωνιστές, οι οποίοι σε ρόλους σκληρού τιμωρού ή άγριου συμμορίτη σπέρνουν τον τρόμο και τον θάνατο. Βία με το κιλό, η οποία έχει εισχωρήσει –ή μπορεί και να ενυπάρχει βαθύτατα– μέσα στον ανθρώπινο ψυχισμό. Τα έχουμε πει και γράψει πολλές φορές αυτά και πάντα επανερχόμαστε.
Θα έχετε ίσως αντιληφθεί πως θα ήθελα να αναφερθώ στον κινηματογράφο. Σε εκείνες τις ταινίες που θέλουν πάντα να τηρούν τη συνταγή και τους «νόμους» του εμπορίου που προϋποθέτει αίσθημα, ωραίες γυναίκες, ωραίο και μυώδη πρωταγωνιστή, σεξ και νταηλίκι μέσω ισοπεδώσεως των αντιπάλων, καλών και κακών, τιμωρίες και αντίποινα. Συνταγές είναι αυτές και θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες μιας σύγχρονης παραγωγής, που θα πρέπει να προκαλέσει το ενδιαφέρον τού φιλοθεάμονος κοινού.
Δεν λέω, το ... συνταγολόγιο αυτό δεν ισχύει για κάποιες ξεχωριστές ταινίες, εγώ κυρίως αναφέρομαι σε ταινίες του συρμού, που όμως παίζουν σημαντικό ρόλο στις διανομές των κινηματογράφων, αλλά και στις τηλεοράσεις, ώστε να ενισχυθούν τα νούμερα της τηλεθέασης. Μετά, το παιχνίδι παίζεται στο διαδίκτυο.
Δεν γράφω, εννοείται, το σχόλιό μου ως ειδικός επί των ταινιών, αλλά ως απλός θεατής που βομβαρδίζεται από το θέαμα χρόνια τώρα, διότι πιστεύω πως η πειθώ και ο προσανατολισμός των αντιλήψεων δεν είναι αφηρημένες σκέψεις ή και συναισθήματα, που εκπορεύονται από μηδενική βάση· όχι βεβαίως. Τα πολυμέσα θέασης και ακρόασης είναι τόσο ικανά και ισχυρά πλέον, ώστε να διαμορφώνουν καταστάσεις μόνιμης βλάβης στον αισθητικό και ψυχολογικό κόσμο· να εξοικειώσουν τον καθένα μας με το αίμα και την καταστολή, ώστε να βλέπουμε με άνεση, χωρίς αποστροφή, κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε κατά πρόσωπο και σε όλο το μεγαλείο της τη βία...
Κι άν κάποιος θελήσει να ισχυριστεί πως τα προαναφερόμενα αφορούν μόνο την τέχνη του κινηματογράφου, θα παρατηρήσω πως αντίστοιχα φαινόμενα υπάρχουν και στον μουσικό χώρο. Η βία της κινηματογραφικής θέασης μπορεί να συγκριθεί, υποστηρίζω, τηρουμένων των αναλογιών, με την επιθετικότητα λόγου και μουσικής που εκφράζονται από διάφορα μουσικά είδη, κυρίως εξ Αμερικής και Μεγάλης Βρετανίας ορμώμενα· εκεί που συναντάει κανείς πολυπληθή φτωχά και καταπιεσμένα κοινωνικά τμήματα που έχουν πεταχτεί στο περιθώριο.
Στον ήχο και το στιχουργικό περιεχόμενο της ραπ και των παραγώγων της συναντάμε ως βασικά θέματα τη βία, την οπλοχρησία, τα ναρκωτικά, τις απειλές, κτλ., και είναι φυσικό να περάσουν τέτοια βιώματα περιθωριοποίησης στα τραγούδια. Έψαξα και βρήκα παράγωγα είδη-γκρουπ ή τρόπους που ξεκίνησαν να εμφανίζονται από τη Ραπ στα τέλη τής δεκαετίας του 1970 και σας παραθέτω:
Hip Hop, Christian Rap, Gangsta Rap, New Jack Swing, G-Funk, GO-GO, Alternative Rap, Bass Music, East Coast Rap, Hardcore Rap, Jazz Rap, Old-School Rap, Sugar hill Records, West Coast Rap, Latin Rap, Pop-Rap, British Rap, Comedy Rap, Dirty Rap, Underground Rap, Turntablism, Dirty South, Political Rap, Golden Age.
Το γνωρίζω. Είμαι παλαιά γενιά και πιστεύω πως τέτοιες μουσικές κατασκευές δεν διεκδικούν ιδιαίτερες μουσικές δάφνες· ωστόσο, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω τον σοβαρό καταγγελτικό λόγο σε πολλά απ’ αυτά. Είμαι η γενιά του ’60 και δεν μπορώ να χωνέψω εύκολα τέτοιες μουσικές (;), οι οποίες πάνε πέρα από τους «κανόνες» της σχέσης στίχου και μουσικής με παράδοση μελωδισμού.
Φυσικά και στη χώρα μας γεννήθηκαν μουσικές ομάδες που αντέγραψαν και ακολούθησαν γενικώς τους δρόμους των αφροαμερικάνικων μουσικών εκφάνσεων· οι μέταλ, ροκ, χιπ-χοπ και άλλες μιμήθηκαν σχεδόν κατά γράμμα, αποτυπώνοντας κινήσεις και σωματικές συμπεριφορές πανομοιότυπες, ακολουθώντας το μουσικό κενό μιας τόσο διαφορετικής πνευματικής και γεωγραφικής κουλτούρας, ακόμα και στον τόσο ιδιόμορφο κόσμο τού κοινωνικού περιθωρίου...
Φτάνω σε σημείο να νιώθω πως οι δρόμοι της αισθητικής εξοικείωσης με την κινηματογραφική βία φανερώνουν παράλληλη δράση με την εξέλιξη κάποιων τραγουδιστικών ειδών που περιέγραψα πιο πάνω.
Μην ξεχνάμε: οι τέχνες ήταν, είναι και θα συνεχίζουν να είναι συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ τους, όπως και με την ίδια τη ζωή· με βάση αυτό το δόγμα βλέπω τους παραλληλισμούς μέσα από το πρίσμα του χρόνου, ο οποίος μας προσφέρει την ευκαιρία να μπορούμε να βλέπουμε από απόσταση τις παράλληλες καλλιτεχνικές εκφράσεις. Μετά από σαράντα και κάτι χρόνια, από τότε που εμφανίστηκαν τα πρώτα δείγματα ραπ, βγάζουμε κάποια συμπεράσματα που μας είναι χρήσιμα:
1ον) Διαθέτουν ένα τεράστιο κοινό θαυμαστών, πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων, στην παγκόσμια αγορά του θεάματος και του ακροάματος.
2ον) Κάνουν εξαγωγή κουλτούρας προς όλες τις υπόλοιπες χώρες σε Δύση και Ανατολή, με βάση την αφροαμερικανική μουσική παράδοση και των άθλιων κοινωνικών συνθηκών που βιώνουν οι Αφροαμερικανοί στις Η.Π.Α.
3ον) Η αγγλοσαξονική γλώσσα, έστω με ιδιωματισμούς, απλώνεται σε όλη την υφήλιο.
4ον) Επηρεάζουν, κατά κύριο λόγο, τις νεότερες γενιές σε γλωσσολογικές και άλλες ποικίλες εκφράσεις, καλύπτοντας τους άγραφους νόμους της παγκοσμιοποίησης.
5ον) Η καταναλωτική επιρροή της σαρώνει ως οδοστρωτήρας την αγορά του θεάματος-ακροάματος σε όλο τον κόσμο.
6ον) Η αισθητική της ενδυματολογίας τους τροφοδοτεί σταθερά τις νέες μόδες στυλιστικής επιρροής και κατανάλωσης.
7ον) Πιστεύω πως αυτά τα τραγούδια στηρίζουν την απήχησή τους στην παγκόσμια ημιμάθεια –ή και αμάθεια– της κλασσικής φόρμας, της λόγιας μουσικής, καλύπτοντας σχετικά εύκολα το μορφωτικό κενό τού ευρύτερου κοινού...
8ον) Τα τραγούδια αυτά ακούγονται μόνο με εκκωφαντικό τρόπο, μπροστά σε ένα κοινό το οποίο συνήθως βρίσκεται κάτω από «ειδικές συνθήκες».
9ον) Να προσθέσω πως το στοιχείο της βίας, στο ελληνικό τραγούδι, επεκτείνεται και στο ονομαζόμενο «σκυλάδικο», ως αισθητική «βία», κάτι που νομίζω αντιλαμβανόμαστε μεταξύ μας, αλλά δεν θα το σχολιάσω σ’ αυτό το κείμενο...
Αυτές, επαναλαμβάνω, είναι μερικές από τις προσωπικές μου διαπιστώσεις. Όμως, θα συμφωνήσω παράλληλα, πως όλη αυτή η μόδα των μουσικών και κινηματογραφικών ειδών της υπόγειας ή φανερής βίας, στοιχειοθετούν ολόκληρο παγκόσμιο κίνημα, το οποίο διαρκεί στον χρόνο και αναπτύσσεται! Δεν μπορούμε βέβαια να παραβλέψουμε αυτό το γεγονός. Όλα τα κινήματα, από τη στιγμή που υπάρχουν, σημαίνει πως υπάρχει σοβαρός λόγος και υπολογίσιμος που τα γεννά και κάνει απαραίτητη την ύπαρξή τους.
Το θέμα είναι τεράστιο κι εμείς, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να παρατηρούμε την εξέλιξη, η οποία εξαρτάται από αντίρροπες και ανεξέλεγκτες δυνάμεις, ανεξάρτητες από τη γνώση και τα θέλω μας!
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε αρχικά στο προσωπικό ιστολόγιο του Νότη Μαυρουδή και αναδημοσιεύεται με την άδειά του.